Αρχικά, προτού δείτε τη ταινία αυτή, -αν ανήκετε στους ελάχιστους που δεν την έχουν παρακολουθήσει- βεβαιωθείτε πως υπάρχουν ΠΟΛΛΑ χαρτομάντηλα στο δωμάτιο. Πρόκειται να κλάψετε κάμποσο (πιο συγκεκριμένα, για 126 λεπτά).
Σκηνοθετημένη από τον Isao Takahata, είναι μία παραγωγή του Studio Ghibli που κυκλοφόρησε το 1988. Θεωρείται μία από τις καλύτερες ταινίες animation όλων των εποχών, και κατ’ εμέ η καλύτερη. Θα έχει τεράστιο αντίκτυπο στην ζωή σας καθώς θα σας φέρει αντιμέτωπους με την χειρότερη πλευρά του πολέμου, την πλευρά του αθώου πολίτη, του άμαχου πληθυσμού.
Ένα γεγονός, που κάνει την ταινία αυτή ακόμα πιο τραγική, είναι το ότι είναι βασισμένη στην ημι-βιογραφική ιστορία του Ιάπωνα συγγραφέα Akiyuki Nosaka.
Το Grave Of The Fireflies διηγείται την ιστορία δύο μικρών παιδιών, της τετράχρονης Setsuko και του δεκατετράχρονου Seita, που ζούνε στο Kobe της Ιαπωνίας στα τέλη του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου. Κατά την διάρκεια βομβαρδισμών της περιοχής από Αμερικάνικα στρατεύματα η μητέρα τους πεθαίνει και ολόκληρη η πόλη καταστρέφεται ολοσχερώς. Μην έχοντας νέα από τον πατέρα τους, τα παιδία μένουν μόνα και αβοήθητα και αναγκάζονται να πάνε να μείνουν σε μία μακρινή τους θεία. Την θεία αυτή δεν δύναμαι να την χαρακτηρίσω άνθρωπο. Φέρεται απαίσια στα δύο αδέλφια και στην πορεία τα διώχνει ‘με το γάντι’. Αυτά μένουν για άλλη μία φορά μόνα εν μέσω πολέμου και βρίσκουν καταφύγιο σε μία σπηλιά προσπαθώντας με νύχια και με δόντια να επιβιώσουν.
Πέρα από το σπαρακτικό σενάριο, η ταινία αυτή έχει πολλούς λόγους να συγκλονίζει. Πρώτα απ’ όλα, η αρχή του έργου ειναι ανατριχιαστική καθώς ξεκινάει με την φράση ‘21 Σεπτεμβρίου 1945, αυτή ήταν η ημέρα που πέθανα’. Και ναι, ξέρουμε από τα πρώτα λεπτά πως τα παιδιά δεν κατάφεραν να επιβιώσουν, αλλά αυτό δεν κάνει το τέλος λιγότερο θλιβερό. Αντιθέτως, το κάνει ακόμα χειρότερο μιας και έχει δώσει μία μεγάλη δόση ματαιότητας σε κάθε υπεράνθρωπη προσπάθεια που κάνουνε.
Στο Grave Of The Fireflies ο πόλεμος δεν απεικονίζεται ως ένα γεγονός με ηρωικές μάχες και γενναίους στρατιώτες, αλλά παρουσιάζεται ως μία ‘φυσική’ καταστροφή πάνω στην οποία δεν μπορείς να έχεις κανέναν έλεγχο. Πυρκαγιές, βόμβες να πέφτουν σαν βροχή, αρρώστιες να εξαπλώνονται… Φαντάζει απίστευτο το πώς αυτά προκλήθηκαν από άνθρωπο.
Αλλά οι κακοί της υπόθεσης δεν είναι μόνο οι επιτιθέμενοι. Κάποιοι λένε πως ο πόλεμος κάνει τον άνθρωπο αγρίμι και κάποιοι πως απλά βγάζει τον πραγματικό του εαυτό. Βλέποντας την ταινία θα ήθελα να πιστέψω το πρώτο σενάριο, διότι αν δεχτώ το δεύτερο θα χρειαστεί να αναθεωρήσω πολλά. Γιατί το αναφέρω αυτό όμως? Διότι για τα πιο πολλά δεινά της Setsuko και του Seita φταίνει οι -επίσης άμαχοι- συμπολίτες τους. Δεν μπορούσαν να αντιληφθούν πως μία απλή τους πράξη θα είχε μόνιμο αντίκτυπο στις ζωές των παιδιών.
Κανείς δεν βοήθησε δύο ορφανά, ούτε και έδειξε να συγκινείται. Γιατροί τα έδιώχναν, αγρότες τα ξυλοκοπούσαν επειδή κλέψανε δύο καλαμπόκια και πάει λέγοντας… Μία πολύ δυνατή σκηνή μέσα στην ταινία έιναι όταν αρχίζουν βομβαρδισμοί και ο Seita ξεκινά να πανυγηρίζει, μιας και είναι η τέλεια ευκαιρία να κλέψει λίγο φαγητό από την πόλη, καθώς
όλοι είναι κρυμμένοι στα καταφύγια.
Αυτές οι βόμβες λοιπόν, οι οποίες ήταν η αιτία που καταστράφηκε η ζωή τους, αυτές οι ίδιες βόμβες έγιναν η αιτία που κατάφερε ο ίδιος και η αδελφή του να επιβιώσουν λίγο παραπάνω. Oh, the irony…
Η πιο τραγική φιγούρα της ταινίας είναι η μικρή Setsuko. Ένα κοριτσάκι που είναι η χαρά της ζωής και ξεκλέβει ανεμελιά και ευτυχία από όπου μπορεί, με πηγαία καλοσύνη και αθωότητα να την χαρακτηρίζει. Αυτές οι μικρές σκηνές ευτυχίας, που κρατάνε λίγο -όσο το φως μίας πυγολαμπίδας- αλλά καταφέρνουν να είναι τόσο έντονες, κάνουν δέκα φορές δυσκολότερο το να παρακολουθείς τα βάσανα και την τραγική κατάληξη. Η παιδικότητα εξαλείφεται σιγά σιγά και η μικρή πολλές φορές αναγκάζεται να πάρει τον ρόλο της μητέρας και να φροντίσει όσο μπορεί τον αδελφό της. Έναν αδελφό ο οποίος φοράει ένα χαμόγελο, σφίγγει τα δόντια, κρύβει τον πόνο και την ντροπή του, προσπαθώντας να εξασφαλίσει την ασφάλεια και την
επιβίωση τους.
Τέλος, όσον αφορά το σενάριο, το πιο στενάχωρο σε αυτή την ταινία ειναι το ότι δείχνει πως η αγάπη και η θέληση δεν αρκούν. Αυτά τα παιδιά αγαπιόντουσαν τρομερά μεταξύ τους και αυτή η αγάπη τα έκανε να θέλουν να ζήσουν. Αλλά δεν κατάφερε τίποτα από τα δύο να τα κρατήσει στην ζωή, να τα θεραπεύσει από ασθένειες ή να τους παρέχει φαγητό. Φιλική συμβουλή, μην δείτε αυτή την ταινία αν δεν έχετε γερό στομάχι.
Κλείνοντας το άθρο και προσπαθώντας να ελαφρύνω το κλίμα, ας δούμε κάποια facts για το Grave Of The Fireflies.
Ο συγγραφέας είχε δεχτεί πολλές προτάσεις για να γίνει ταινία το σύγγραμμά του αλλά αρνούταν, μέχρι που το Studio Ghibli πρότεινε να φτιαχτεί σε μορφή animation αντί για Live-action. Λόγω του ότι πίστευε πως με αυτή την μέθοδο θα μπορούσε να γίνει καλύτερη απόδοση -ευτυχώς- δέχτηκε. Εν τέλει, μετά από πολλά χρόνια, κυκλοφόρησαν στην Ιαπωνία και δύο live-action εκδοχες του βιβλίου που σαφώς και δεν μπορούν να συγκριθούν με το anime.
To soundtrack του έργου το έχει συνθέσει ο μεγαλοφυής Michio Mamiya και είναι μαγευτικό, θυμίζοντας νανούρισμα σε πολλά σημεία.
Όταν (ξανά)δείτε το Grave Of The Fireflies, πείστε και όλους όσους ξέρετε να το παρακολουθήσουν. Γιατί όταν σταματήσετε να κλαίτε (μετά απο 5-10 ημέρες), το μόνο σίγουρο έιναι πως θα έχετε γίνει λίγο καλύτεροι άνθρωποι.
Σοφία Ευαγγελίδου